Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Κρητικές βούριες: Τα... μπακ πακ  των προγόνων μας!

Η βούργια είναι η παραδοσιακή υφαντή τσάντα της Κρήτης, την οποία χρησιμοποιούσαν οι βοσκοί και οι άνθρωποι της υπαίθρου για να μεταφέρουν την τροφή τους και ό,τι άλλο χρειαζόταν για να βγάλουν τη μέρα τους. Ήταν κάτι σαν το σημερινό... μπακ πακ των νέων μας.

Μόνο που τότε η βούργια δεν αγοραζόταν στα μαγαζιά. Την έφτιαχναν οι γυναίκες στον αργαλειό.
 
Μαθαίνουμε περισσότερα για τις βούργιες των προγόνων μας από το λαογράφο μας κ. Γιώργο Χουστουλάκη από τη Μεσαρά: "Για να μιλήσουμε για βούργες που συναντούσαμε κάποτε στην Κρήτη, θα πρέπει να πούμε για όλα τα είδη που είχαμε. Δηλαδή για βουργες απλές, για πιο επίσημες, για δρουβάδες, για τις μουζουροβουργες, για τις σφακιανές βουργες και κάτι για τις μουζουροποδιες. Όλες είναι παραδοσιακές, και υφασμένες στον αργαλειό.
 
Οι απλές βούργες
Οι απλές «βούργιες», ήταν φτιαγμένες συνήθως από φάδια. Είχαν όμορφα σχέδια και στολίδια με φούντες, και δινόταν σαν δώρα γάμου. Συνήθως τη βούργια η πεθερά την έδινε δώρο στο γαμπρό της. Είχαν την απλή βούργια για χρήση στην εξοχή, και την καλύτερη για την αγορά, για το γάμο να βάζει ο κόσμος τα χρήματα κλπ.
 
Στην εξοχή όπως ξέρουμε, έπαιρναν πάντα πρόχειρες βούργιες, που ήταν μικρές, ίσα για να χωράνε το φαγητό ή το κολατσιό της ημέρας, λίγο ψωμί, ελιές, τυρί κλπ. Τις κρεμούσαν στα σκαρβέλια του σωμαριού, μαζί με το φλασκί με το νερό. Στο χωράφι κρεμούσαν τη βούργια σε μια ελιά, η άλλο δένδρο  ψηλά, για να μην τα φτάνουν οι σκύλοι και την..."ξεβουργιδιάζουν"!
 
Ο δρουβάς
Όση ώρα έτρωγε ο αγρότης, στον λαιμό του κάθε μεγάλου  ζώου, κρεμούσαν και το δρουβά, ή ντόρβά ή ντουρβά. Ο δρουβάς με τον καρπό μέσα, ήταν μια συνήθη τακτική, για να τρώνε παράλληλα και τα ζώα να δυναμώνουν, και να ανταπεξέρχονται στις βαριές εργασίες. Ήταν επί της ουσίας ένα απλό ταγάρι πάνινο, τετράγωνο με χερούλι μακρύ.
 
Η ενισχυμένη τροφή των ζώων στον δρουβά, μπορεί να ήταν κριθάρι, σιτάρι, ταγή, ρόβι ή λαθούρι.
Συνήθως στα γαϊδούρια έβαζαν κριθάρι, στα μουλάρια λαθούρι και στα βόδια ρόβι.
 
Οι μουζουρόβουργιες 
Θα πρέπει να πούμε και κάτι για εκείνους που πιστεύουν πως η «μουζουρόβουργια»  ή «μουζουροβουργίδι», ήταν και αυτή μουζούρι, λέμε πως σε αυτήν δεν βάζανε ποτέ καρπό με σκοπό να τον σπείρουν. 
Ήταν στην ουσία  ήταν ένα πανί  εξήντα εκατοστά μάκρος επί σαράντα πλάτος, υφασμένο στον αργαλειό.
 
Το δίπλωναν απλά και το έραβαν, και επάνω του έφτιαχναν θηλιές, όπου πέρναγε ένα «βαστάγι». Στη μουζουρόβουργια έβαζαν διάφορα, καθώς και καρπό σιτάρι ή κριθάρι για να τον μεταφέρουν στο μύλο. Γέμιζαν δυο μουζουρόβουργες καρπό, και τον πήγαιναν στο μύλο.
 
Κράταγε αυτός τα «ξαγιάτικα», και στη συνέχεια του έβαζε  πάλι το αλεύρι στις μουζουρόβουργες και έφευγε! Αν ήταν δε και παλιές οι μουζουρόβουργιες, μπορούσε να βάλουν ακόμα και ελιές, αν δεν ήταν σε μεγάλη ποσότητα. Μπορούσαν να βάλουν ακόμα και διάφορα τρόφιμα, όταν ήταν να τα μεταφέρουν σε άλλο χωριό σαν δώρα κλπ.  Ακόμα μια χρήση της ήταν να βάζουν τα παξιμάδια το  ψωμί από τον φούρνο  να το κλείνουν καλά μετά  από πάνω και να το κρεμάνε σε κάποιο τοίχο να μην μπαίνουν τρωκτικά. 
 
Ήταν δυο ειδών μουζουρόβουργιες, οι βαμβακερές, και οι άλλες από μαλλί, όπου φτιάχνανε στον αργαλειό.
 
Οι σφακιανές βούργιες
Για διάφορες μεταφορές είχαν επίσης και τις «σφακιανές βούργιες» ή «σφακιανόβουργιες» ή «σφακιανοβουργίδια».
Στην ουσία, όλες ήταν το ίδιο πράγμα.
Τις ύφαιναν με τον ίδιο τρόπο, αλλά ήταν πιο μικρές, περίπου 30 επί 50 εκατοστά περίπου, οι οποίες είχαν ειδικές κλωστές, και χρώματα.
 
Συνήθως κόκκινο μπλε και άσπρο σε λουρίδες. Το πανί και αυτό το διπλώνανε, το ράβανε και από επάνω έκαναν θηλιές που πέρναγαν και εδώ «βαστάγια», ή «βουργιδοβάσταγα. 
Στα σφακιανοβουργίδια έβαζαν  διάφορα, κυρίως τρόφιμα, τυριά, για να τα πάνε στο ξενοχώρι σε κάποιον συγγενή σαν δώρα, κανίσκια κλπ. 
 
Στις σφακιανόβουργιες  έβαζαν ενίοτε προικιά, άλλοτε πάλι τους πέντε άρτους για την εκκλησία, όταν ήταν μεγάλη γιορτή της χριστιανοσύνης.
Συνήθως Πάσχα, Χριστούγεννα, ή γιορτή κάποιου Άγιου σε κάποιο ξωκλήσι. 
Παξιμάδι από το φούρνο έβαζαν και στη σφακιανή βούργια για φύλαξη.
Πάντως, το χειμώνα χρησιμοποιούσαν τις μάλλινες σφακιανόβουργιες, ενώ το καλοκαίρι βαμβακερές.
 
Ακόμα πιο μικρές και από τις σφακιανόβουργιες, 
 
Οι μουζουροποδιές  
Ο ζευγάς παλιά είχε μαζί του στο χωράφι και τη «μουζουροποδιά» που λεγόταν και σποροποδιά.
Ήταν η ανδρικη πόδια, ή μπροστοποδιά.Είχε και εκείνη κάποια χωρητικότητα, που στην ουσία ήταν όσο ένα μουζούρι.
 
Επειδή όμως η χωρητικότητα των 12 οκάδων καρπό που χωράει ένα κουλούρι ήταν βαριά για να τη σηκώνει ο ζευγάς και να σπέρνει, έτσι  στην πράξη την εγκατέλειψε!
Πλέον έδενε στη μέση του, και στο λαιμό του με βαστάγια μια μικρότερη ποδιά,  την λεγόμενη «σποροποδιά» ή «μπροστοποδιά», που χώραγε λιγότερο καρπό, όσο «μιας σποριάς χωράφι», δηλαδή 5 με 6 οκάδες.  Όλες αυτές οι ποδιές ήταν ανδρικές ποδιές, υφασμένες και αυτές στον αργαλειό. Το στρέμμα ήταν περίπου δυο σποριές, και η μια σποριά έπαιρνε  έξη οκάδες καρπό περίπου, όσο χώραγε δηλαδή και η σποροποδιά!
 
Πάντως, επί εποχής μουζουριού, όταν κάποιος ήθελε, γέμιζε το ίδιο το δοχείο - μουζούρι του καρπό, το έπαιρνε αγκαλιά με το αριστερό του χέρι, και με το δεξί έσπερνε.
 
Στη Κρήτη λοιπόν, λανθασμένα κάποιοι πιστεύουν πως η καθιερωμένη μονάδα  μέτρησης, ήταν η κλασσική «μουζουρόβουργια», η οποία και εκείνη είχε χωρητικότητα όσο ένα μουζούρι. Όσες όμως  μουζουρόβουργιες ή σφακιανά βουργίδια ήταν καινούριες και όμορφες, με  περίτεχνα σχέδια και ξόμπλια, δεν τις  χρησιμοποιούσαν στα χωράφια, απλά χρησιμοποιούσαν τις πιο παλιές και πιο απλές". 
 
www.voltarakia.gr
 
Κείμενο: Γεωργιος Χουστουλακης
 
Φωτογραφίες: Στέφανος Ραπάνης - All rights reserved

Σημείωση: Αν σας αρέσουν τα καλά και χρήσιμα νέα, ελάτε στην παρέα μας. Αν δεν έχετε ήδη κάνει, κάντε like στη σελίδα μας στο facebook ή ακολουθήστε μας στο instagram κι εμείς θα σας ακολουθήσουμε πίσω.