Η πρώτη φορά που είχαμε έρθει σε επαφή με το κομμάτι ήταν σε ένα γυναικείο πηγαδάκι. Εμείς τότε άντε νά 'μασταν 10-11 χρονών.
"Είδες η τάδε", θυμόμαστε να λένε, "αλλού τρώει, αλλού πίνει, αλλού πάει και το δίνει".
"Τι δίνει"; ρωτήσαμε οι μικροί..
Αναπάντητο το ερώτημα... Αλήθεια πως τότε αγνοούσαν επιδεικτικά τις ερωτήσεις μας οι μεγάλοι και δε γεμίζαμε ψυχολογικά τραύματα;
Τέλος πάντων, εμείς μεγαλώσαμε. Και καταλάβαμε τι έδινε η τάδε. Το περίεργο είναι ότι καταλαβαίνουν τι σημαίνει αυτή η φράση, ακόμα και άνθρωποι που ποτέ δεν έχουν ακούσει το τραγούδι... Μεγάλη επιτυχία αυτή του Μηλιώκα...
Οι στίχοι...
Σε ντύνω, σε ταΐζω, σε σπιτώνω,
σε πήρα με κουμπάρο και παπά,
και ήθελα από σένα ένα μόνο,
να περπατάς στο πλάι μου σεμνά.
Η ψείρα, όμως λέει μια παροιμία,
όταν χορτάσει βγαίνει στο γιακά,
και σ’ έπιασα στα πράσα μια πρωία
με κάποιο μικρομέγαλο λαπά.
Τρελάθηκα όταν σε είδα,
τρελάθηκα, λασκάρησε η βίδα.
Όξω, αλλού τρως, όξω, αλλού πίνεις,
Όξω, αλλού τρως, αλλού πίνεις
κι αλλού πας και το δίνεις.
Ξεκίνησε η σουπιά η αδερφή σου
να 'ρθεί για να θολώσει τα νερά,
τα λόγια της κοντέψαν να με ψήσουν
στα μάτια όμως είδα πονηριά.
Στο νου μου ο σκερβελές σε μαύρα χάλια
στο πάρε δώσε και στο vis a vue
κι εσύ να έχεις χάσει τα πασχάλια
σε μια, κεφαλοκλείδωμα, λαβή.
Τρελάθηκα όταν σε είδα,
τρελάθηκα, λασκάρησε η βίδα.
Όξω, αλλού τρως, όξω, αλλού πίνεις,
Όξω, αλλού τρως, αλλού πίνεις
κι αλλού πας και το δίνεις.
Όξω!